- υφαλοράχη
- η(γεωγρ.), μακρόστενη ύψωση του θαλάσσιου βυθού σε σχήμα ράχης.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
υφαλοράχη — η, Ν επίμηκες έξαρμα τού πυθμένα τής θάλασσας με σχήμα ράχης. [ΕΤΥΜΟΛ. < ύφαλος + ράχη] … Dictionary of Greek
Αιγαίο πέλαγος — Θαλάσσια λεκάνη (250.000 τ. χλμ.) της ανατολικής Μεσογείου μεταξύ της ηπειρωτικής Ελλάδας στα Δ και στα Β, της Τουρκίας στα Α και των νησιών Κρήτη και Ρόδος στα Ν. Με κατεύθυνση από ΒΔ προς ΝΑ έχει μήκος περίπου 640 χλμ. και πλάτος 320 χλμ., μέσα … Dictionary of Greek